
O διαλογισμός μπορεί να θεωρηθεί ορθά σαν μέρος της φυσικής διαδικασίας η οποία μέχρι τώρα προώθησε τον άνθρωπο στην ατραπό της εξέλιξης από ένα στάδιο που είχε μικρή διαφορά από το ζώο μέχρι την τωρινή του θέση της νοητικής επίτευξης, της επιστημονικής κατάκτησης και της θείας ανησυχίας. Tο κέντρο της συνείδησής του μετατοπίσθηκε σταθερά και ο άνθρωπος έχει περάσει πλέον από την καθαρά ζωώδη και φυσική κατάσταση ύπαρξης σε μια έντονα συναισθηματική και αισθαντική επίγνωση και στην κατάσταση αυτή βρίσκονται τώρα εκατομμύρια. Άλλα εκατομμύρια όμως προχωρούν πέρα απ’ αυτή προς ένα άλλο και ανώτερο πεδίο επίγνωσης, το οποίο ονομάζουμε πεδίο του νου.
Mέσα απ’ όλες τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους περνά το χρυσό νήμα του θείου σκοπού και ο δρόμος με τον οποίο συντελείται η μεταφορά της ανθρώπινης συνείδησης σ’ εκείνη της ψυχικής αντίληψης και της ψυχικής επίγνωσης, είναι ο δρόμος του διαλογισμού.
Mε το διαλογισμό αναπτύσσεται η πνευματική γνώση στο νου και από τη βάση της κοινής γνώσης διευρύνουμε σταθερά την κατανόησή μας γι’ αυτό τον όρο ωσότου η γνώση σμίξει με τη σοφία. Αυτή είναι η άμεση γνώση του Θεού μέσω της νοητικής ιδιότητας, έτσι ώστε γινόμαστε ό,τι είμαστε και μπορούμε να εκδηλώσουμε τη θεία μας φύση.
στα γνωστά λόγια του Mπράουνινγκ:
“Mέσα μας είναι η αλήθεια· δεν πηγάζει
Από εξωτερικά πράγματα, ό,τι κι αν πιστεύεις.
Σ’ όλους μας υπάρχει ένα εσώτατο κέντρο,
Όπου στην πληρότητά του κατοικεί η αλήθεια· και ολόγυρα
Με αλλεπάλληλα τοιχώματα η χονδροειδής σάρκα τη φυλακίζει
…και το να γνωρίσουμε
Σημαίνει μάλλον ν’ ανοίξουμε ένα πέρασμα
Απ’ όπου να μπορέσει να διαφύγει η σκλαβωμένη λαμπρότητα,
Παρά ν’ ανοίξουμε είσοδο για κάποιο φως
Που υποθέτουμε πως βρίσκεται έξω.”
Eπομένως ο όλος σκοπός της επιστήμης του διαλογισμού είναι να επιτρέψει στον άνθρωπο να γίνει στην εξωτερική του εκδήλωση ό,τι είναι στην εσώτερη πραγματικότητα και να τον κάνει να ταυτισθεί με την ψυχική του όψη κι όχι απλώς με τα κατώτερα χαρακτηριστικά του.
βιβλιογραφία : “ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΝΟΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΑΣΗ” (υπό της ΑΛΙΚΗΣ Α. ΜΠΕΪΛΗ)